Οι ανισορροπίες εντός ΟΝΕ έχουν τις ρίζες τους εκτός ΟΝΕ. Οι ανισορροπίες μεταξύ ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου προκλήθηκαν εξωτερικά, από τον ασύμμετρο αντίκτυπο που είχε στις χώρες του ευρώ το διεθνές εμπορικό σοκ της δεκαετίας του 2000, το οποίο οφείλεται στην κατάργηση των δασμών με την Κίνα, στην αύξηση των διεθνών τιμών πετρελαίου και στην είσοδο των κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η απώλεια ανταγωνιστικότητας του Νότου δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το μοναδιαίο κόστος εργασίας και οφείλεται στη μεγάλη αύξηση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι των άλλων διεθνών νομισμάτων, σε συνδυασμό με το διεθνές εμπορικό σοκ, ως απόρροια της παγκοσμιοποίησης.
Το ευρώ που ο Βορράς και ο Νότος μοιράζονταν απέτρεψε την έγκαιρη και αυτόματη διόρθωση των ελλειμμάτων. Διαγράφονται ευθύνες για την ΕΚΤ που όχι μόνο δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως τι συνέβαινε αλλά και με τους κανόνες της ενθάρρυνε τις τράπεζες του ευρωπαϊκού Βορρά να δανείζουν ανισόρροπα κράτη και τράπεζες του Νότου βαθαίνοντας τις ανισορροπίες εντός της ΟΝΕ και τροφοδοτώντας φούσκες στο Νότο. Όταν ήρθε η κρίση του 2008 οι τράπεζες του Βορρά απέσυραν απότομα τη δανειακή χρηματοδότηση, με αποτέλεσμα την δραματική κατάσταση που ακολούθησε.
Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε τα αίτια και τις δυναμικές της τριγωνικής σχέσης με την οποία, εξαιτίας της ΟΝΕ, από το 2001 ως το 2008, χρήμα και πλούτος διέρρεαν από το Νότο στην Ασία και τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες κι από εκεί κατευθύνονταν στο Βορρά και ιδιαίτερα στη Γερμανία. Αν το αντιληφθούμε, κατανοούμε γιατί η κρίση δεν μπορεί να λυθεί με τις παρούσες πολιτικές και απαιτεί μηχανισμούς κεντρικής ανάληψης κινδύνου και δημοσιονομικές μεταβιβάσεις από το Βορρά προς το Νότο – όπως προτείνουν οι συντάκτες της έκθεσης του ΔΝΤ.
Τον Οκτώβριο του 2012 όσοι παρακολουθούν την ηλεκτρονική βιβλιοθήκη του ΔΝΤ, αντιλήφθηκαν τη δημοσίευση του working paper 12/236 με τίτλο “External Imbalances in the Euro Area” (Εξωτερικές ανισορροπίες της Ευρωζώνης). Πρόκειται για ένα κείμενο ύψιστης πολιτικής σημασίας για την ευρωπαϊκό Νότο και την Ελλάδα που είναι εκεί και περιμένει την επικοινωνιακή και πολιτική αξιοποίησή του. Το άρθρο φέρει τις υπογραφές των οικονομολόγων Ruo Chen, Gian Maria Milesi-Ferretti and Thierry Tressel του τμήματος Ευρωπαϊκής Πολιτικής και εντάσσεται στην οικονομική έρευνα του ΔΝΤ, που αν και τα πορίσματά της δεν πρέπει να θεωρούνται ως πολιτικές θέσεις του ΔΝΤ, καθώς υιοθετούνται ως τέτοιες μόνο σποραδικά και κατ’ επιλογή, έχουν ισχυρή επιστημονική εγκυρότητα και, γι’ αυτό το λόγο, την πολιτική σημασία τους. Ας θυμηθούμε ότι από το working paper 13/1 του ΔΝΤ που έφερε τις υπογραφές των οικονομολόγων Ολιβιέ Μπλανσάρ και Ντάνιελ Λι άνοιξε η συζήτηση για την αναγνώριση του πραγματικού δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή της ελληνικής οικονομίας – του αριθμού δηλαδή που δείχνει τι επίπτωση έχουν στο ΑΕΠ οι δημοσιονομικές περικοπές – ο οποίος ήταν και είναι στο 1.7 αντί του 0.7 τον οποίο υπολογίζει επισήμως η τρόικα μέχρι και σήμερα. Ας θυμηθούμε ακόμη τις μεγάλες αντιδράσεις των θεσμικών αξιωματούχων της Ένωσης όταν ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ ανακοίνωσε το σωστό πολλαπλασιαστή για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2012 αλλά και ξανά το Φεβρουάριο του 2013, όταν το θέμα άνοιξε μετά τα σχόλια του γαλλικού περιοδικού “Μarianne”.
Το W/P 12/236 δεν υπογράφεται βεβαίως από το μεγαλύτερο οικονομικό όνομα του ΔΝΤ – τον επικεφαλής οικονομολόγό του Μπλανσάρ – είναι παρά ταύτα πολύ σημαντικό διότι εμφανίζει τέσσερα ακαταμάχητα πλεονεκτήματα:
Πρώτον, κάνει το κρίσιμο βήμα της ορθής τοποθέτησης της κρίσης της Ευρωζώνης μέσα στο παγκόσμιο πλαίσιο. Υιοθετώντας το πνεύμα των Grennes και Stradzs, οι ερευνητές του ΔΝΤ διαπιστώνουν το προφανές, πλην όμως έως και τη δική τους εργασία παραμελημένο: η Ευρωζώνη είναι μια οικονομία, πρώτον, ολοκληρωμένη μέσα στην Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά των 27 κρατών μελών, δεύτερον, ανοιχτή σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεν είναι δυνατό συνεπώς να κάνεις αναλύσεις και να υποστηρίζεις ότι λες αλήθειες χωρίς να λαμβάνεις υπόψη σου τις μεγάλες νομισματικές, εμπορικές και επενδυτικές ανακατατάξεις που έλαβαν χώρα κατά την ανατρεπτική δεκαετία του 2000. Η πτώση της ΕΣΣΔ και του ανατολικού μπλοκ, οι ταραχές της πλατείας Τιεν Αν Μεν, είναι όλα τους γεγονότα του 1989 που ‘άνοιξαν’ με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και με διαφορετικούς σε κάθε περίπτωση όρους τις χώρες αυτές στον δυτικό καπιταλισμό. Αλλά η δεκαετία του 1990 που ακολούθησε το ορόσημο 1989 ήταν μεταβατική. Είναι στη δεκαετία του 2000 που όλες αυτές οι οικονομίες εντάχθηκαν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό στον δυτικό, πλέον και παγκόσμιο, καπιταλισμό. Η ραγδαία ‘απελευθέρωση’ των αγορών κεφαλαίων και εμπορευμάτων έχει ως βασικούς της κόμβους τη δημιουργία του ευρώ, την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση των κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, τον περιορισμό και την κατάργηση των δασμών στα πλαίσια των συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, τη μεγάλη ανάπτυξη των λεγόμενων ‘αναδυόμενων αγορών’ και του παγκόσμιου εμπορίου.
Οι ειδικότερες εξελίξεις στις οποίες εστίασαν οι ερευνητές του ΔΝΤ για να ανιχνεύσουν πώς και σε ποιο βαθμό επηρέασαν τον Βορρά και τον Νότο της Ευρωζώνης ήταν η διεύρυνση της ΕΕ με τα 12 νέα κράτη μέλη, η κατάργηση των δασμών μεταξύ Ευρώπης και Κίνας και η καλπάζουσα ανάπτυξη της Κίνας, η ραγδαία άνοδος των διεθνών τιμών πετρελαίου και η μεγάλη άνοδος της ισοτιμίας του ευρώ έναντι ενός καλαθιού εμπορικά σταθμισμένων διεθνών νομισμάτων κατά την πρώτη δεκαετία ζωής του.
Δεύτερον, καλύπτει ένα κρίσιμο κενό της κυρίαρχης μέχρι στιγμής ανάλυσης της ευρωπαϊκής κρίσης η οποία παρέμεινε χονδρικά περιορισμένη στο ρόλο και τα προβλήματα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αυτό είναι απολύτως κατανοητό αφού η κρίση προήλθε κυρίως μέσα από το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα, όμως το κενό παραμένει. Οι ερευνητές του ΔΝΤ ενδιαφέρονται για τα χρηματοπιστωτικά, όμως συμπληρώνουν την ανάλυση των χρηματοπιστωτικών με μια ανάλυση για το ρόλο της τεχνολογικής σύνθεσης των εξαγωγών των κρατών της Ευρωζώνης στην απώλεια ανταγωνιστικότητας του Νότου (υιοθετώντας σε ένα βαθμό το πνεύμα των Felipe-Kumar). Με αυτά τα εργαλεία στη διάθεσή τους, κάνουν όμως κι ένα μείζον βήμα παραπέρα, επιτυγχάνοντας να δείξουν πώς συλλειτούργησαν α) οι μηχανισμοί του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος με β) τους μηχανισμούς της τεχνολογικής σύνθεσης των εξαγωγών των χωρών του ευρώ και γ) τον παράγοντα του κοινού νομίσματος εκτρέφοντας τις ανισορροπίες Βορρά -Νότου και οδηγώντας στην κρίση. Αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμά τους.
Τρίτον, εισάγει μια εκτεταμένη έρευνα και ανάλυση εξετάζοντας τις μεταβολές σε πολλά οικονομικά μεγέθη των κρατών της Ευρωζώνης προκειμένου να ανιχνεύσει το ρόλο τους στις ανισορροπίες Βορρά-Νότου. Για παράδειγμα εξετάζει: τις μεταβολές στη διεθνή ισοτιμία του ευρώ, τους δείκτες τιμών καταναλωτή και το μοναδιαίο κόστος εργασίας για τις χώρες του Νότου, τις διαφορές στην τεχνολογική σύνθεση των εξαγωγών του Βορρά και του Νότου και την ελαστικότητα της ζήτησης για κάθε τεχνολογική κατηγορία προϊόντων, τις μεταβολές στα εμπορικά ισοζύγια των κρατών του Νότου (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) και του Βορρά (Γερμανία, Γαλλία) με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, την Κίνα και τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες, τις μεταβολές στην καθαρή θέση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού (καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές) όλων των παραγόντων (νοικοκυριών, δημοσίου, τραπεζών, επιχειρήσεων) του Βορρά και του Νότου κλπ Με τον τρόπο αυτό προσφέρει νέες πληροφορίες για το πώς έγινε η υπερχρέωση του Νότου στο Βορρά και ισχυρή τεκμηρίωση.
Τέταρτον, φέρνει στο φως πολλά και σημαντικά στοιχεία και προτείνει μια νέα, ισχυρή αλλά και πειστική ερμηνευτική σύνθεση της γενεσιουργού μηχανικής της κρίσης με την οποία αναδεικνύονται ως βασική αιτία της οι μείζονες ανεπάρκειες και τα σφάλματα της θεωρίας και των κανόνων της ΟΝΕ. Αφενός τα σφάλματα των κανόνων διακυβέρνησης του κοινού νομίσματος που απέδωσαν όλη την έμφαση στον έλεγχο του δημοσίου χρέους αλλά ενθάρρυναν τη μεγέθυνση του ιδιωτικού χρέους, το οποίο στάθηκε η Κερκοπόρτα της κρίσης για τον ευρωπαϊκό Νότο. Αφετέρου τα σφάλματα της κλασικής θεωρίας του ευρώ και τις ευθύνες της ΕΚΤ, της κεντρικής τράπεζας που είχε την ευθύνη της εποπτείας των οικονομιών της Ευρωζώνης, η οποία όχι μόνο δεν αντιλήφθηκε τους μηχανισμούς με τους οποίους, δυνάμει της ΟΝΕ, οι οικονομίες του Νότου φούσκωναν επί χρόνια αλλά και μεγέθυνε η ίδια τις στρεβλώσεις αυτές, με τους λανθασμένους κανόνες της. Τέλος, η μελέτη καταλήγει με προτάσεις ρηξικέλευθων ευρωπαϊκών πολιτικών – οι οποίες όλο προτείνονται από τους οικονομολόγους κι όλο απορρίπτονται από τους πολιτικούς Βορρά – οπότε τι; Υπάρχει άραγε περίπτωση να κατατεθούν κάποτε στο τραπέζι μιας ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης από όσες πολιτικές δυνάμεις πιστεύουν ακόμη στην Ευρώπη με ένα ‘τελεσίδικο τρόπο’;
Το ευρώ που ο Βορράς και ο Νότος μοιράζονταν απέτρεψε την έγκαιρη και αυτόματη διόρθωση των ελλειμμάτων. Διαγράφονται ευθύνες για την ΕΚΤ που όχι μόνο δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως τι συνέβαινε αλλά και με τους κανόνες της ενθάρρυνε τις τράπεζες του ευρωπαϊκού Βορρά να δανείζουν ανισόρροπα κράτη και τράπεζες του Νότου βαθαίνοντας τις ανισορροπίες εντός της ΟΝΕ και τροφοδοτώντας φούσκες στο Νότο. Όταν ήρθε η κρίση του 2008 οι τράπεζες του Βορρά απέσυραν απότομα τη δανειακή χρηματοδότηση, με αποτέλεσμα την δραματική κατάσταση που ακολούθησε.
Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε τα αίτια και τις δυναμικές της τριγωνικής σχέσης με την οποία, εξαιτίας της ΟΝΕ, από το 2001 ως το 2008, χρήμα και πλούτος διέρρεαν από το Νότο στην Ασία και τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες κι από εκεί κατευθύνονταν στο Βορρά και ιδιαίτερα στη Γερμανία. Αν το αντιληφθούμε, κατανοούμε γιατί η κρίση δεν μπορεί να λυθεί με τις παρούσες πολιτικές και απαιτεί μηχανισμούς κεντρικής ανάληψης κινδύνου και δημοσιονομικές μεταβιβάσεις από το Βορρά προς το Νότο – όπως προτείνουν οι συντάκτες της έκθεσης του ΔΝΤ.
Τον Οκτώβριο του 2012 όσοι παρακολουθούν την ηλεκτρονική βιβλιοθήκη του ΔΝΤ, αντιλήφθηκαν τη δημοσίευση του working paper 12/236 με τίτλο “External Imbalances in the Euro Area” (Εξωτερικές ανισορροπίες της Ευρωζώνης). Πρόκειται για ένα κείμενο ύψιστης πολιτικής σημασίας για την ευρωπαϊκό Νότο και την Ελλάδα που είναι εκεί και περιμένει την επικοινωνιακή και πολιτική αξιοποίησή του. Το άρθρο φέρει τις υπογραφές των οικονομολόγων Ruo Chen, Gian Maria Milesi-Ferretti and Thierry Tressel του τμήματος Ευρωπαϊκής Πολιτικής και εντάσσεται στην οικονομική έρευνα του ΔΝΤ, που αν και τα πορίσματά της δεν πρέπει να θεωρούνται ως πολιτικές θέσεις του ΔΝΤ, καθώς υιοθετούνται ως τέτοιες μόνο σποραδικά και κατ’ επιλογή, έχουν ισχυρή επιστημονική εγκυρότητα και, γι’ αυτό το λόγο, την πολιτική σημασία τους. Ας θυμηθούμε ότι από το working paper 13/1 του ΔΝΤ που έφερε τις υπογραφές των οικονομολόγων Ολιβιέ Μπλανσάρ και Ντάνιελ Λι άνοιξε η συζήτηση για την αναγνώριση του πραγματικού δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή της ελληνικής οικονομίας – του αριθμού δηλαδή που δείχνει τι επίπτωση έχουν στο ΑΕΠ οι δημοσιονομικές περικοπές – ο οποίος ήταν και είναι στο 1.7 αντί του 0.7 τον οποίο υπολογίζει επισήμως η τρόικα μέχρι και σήμερα. Ας θυμηθούμε ακόμη τις μεγάλες αντιδράσεις των θεσμικών αξιωματούχων της Ένωσης όταν ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ ανακοίνωσε το σωστό πολλαπλασιαστή για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 2012 αλλά και ξανά το Φεβρουάριο του 2013, όταν το θέμα άνοιξε μετά τα σχόλια του γαλλικού περιοδικού “Μarianne”.
Το W/P 12/236 δεν υπογράφεται βεβαίως από το μεγαλύτερο οικονομικό όνομα του ΔΝΤ – τον επικεφαλής οικονομολόγό του Μπλανσάρ – είναι παρά ταύτα πολύ σημαντικό διότι εμφανίζει τέσσερα ακαταμάχητα πλεονεκτήματα:
Πρώτον, κάνει το κρίσιμο βήμα της ορθής τοποθέτησης της κρίσης της Ευρωζώνης μέσα στο παγκόσμιο πλαίσιο. Υιοθετώντας το πνεύμα των Grennes και Stradzs, οι ερευνητές του ΔΝΤ διαπιστώνουν το προφανές, πλην όμως έως και τη δική τους εργασία παραμελημένο: η Ευρωζώνη είναι μια οικονομία, πρώτον, ολοκληρωμένη μέσα στην Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά των 27 κρατών μελών, δεύτερον, ανοιχτή σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεν είναι δυνατό συνεπώς να κάνεις αναλύσεις και να υποστηρίζεις ότι λες αλήθειες χωρίς να λαμβάνεις υπόψη σου τις μεγάλες νομισματικές, εμπορικές και επενδυτικές ανακατατάξεις που έλαβαν χώρα κατά την ανατρεπτική δεκαετία του 2000. Η πτώση της ΕΣΣΔ και του ανατολικού μπλοκ, οι ταραχές της πλατείας Τιεν Αν Μεν, είναι όλα τους γεγονότα του 1989 που ‘άνοιξαν’ με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και με διαφορετικούς σε κάθε περίπτωση όρους τις χώρες αυτές στον δυτικό καπιταλισμό. Αλλά η δεκαετία του 1990 που ακολούθησε το ορόσημο 1989 ήταν μεταβατική. Είναι στη δεκαετία του 2000 που όλες αυτές οι οικονομίες εντάχθηκαν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό στον δυτικό, πλέον και παγκόσμιο, καπιταλισμό. Η ραγδαία ‘απελευθέρωση’ των αγορών κεφαλαίων και εμπορευμάτων έχει ως βασικούς της κόμβους τη δημιουργία του ευρώ, την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση των κρατών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, τον περιορισμό και την κατάργηση των δασμών στα πλαίσια των συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, τη μεγάλη ανάπτυξη των λεγόμενων ‘αναδυόμενων αγορών’ και του παγκόσμιου εμπορίου.
Οι ειδικότερες εξελίξεις στις οποίες εστίασαν οι ερευνητές του ΔΝΤ για να ανιχνεύσουν πώς και σε ποιο βαθμό επηρέασαν τον Βορρά και τον Νότο της Ευρωζώνης ήταν η διεύρυνση της ΕΕ με τα 12 νέα κράτη μέλη, η κατάργηση των δασμών μεταξύ Ευρώπης και Κίνας και η καλπάζουσα ανάπτυξη της Κίνας, η ραγδαία άνοδος των διεθνών τιμών πετρελαίου και η μεγάλη άνοδος της ισοτιμίας του ευρώ έναντι ενός καλαθιού εμπορικά σταθμισμένων διεθνών νομισμάτων κατά την πρώτη δεκαετία ζωής του.
Δεύτερον, καλύπτει ένα κρίσιμο κενό της κυρίαρχης μέχρι στιγμής ανάλυσης της ευρωπαϊκής κρίσης η οποία παρέμεινε χονδρικά περιορισμένη στο ρόλο και τα προβλήματα του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αυτό είναι απολύτως κατανοητό αφού η κρίση προήλθε κυρίως μέσα από το ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα, όμως το κενό παραμένει. Οι ερευνητές του ΔΝΤ ενδιαφέρονται για τα χρηματοπιστωτικά, όμως συμπληρώνουν την ανάλυση των χρηματοπιστωτικών με μια ανάλυση για το ρόλο της τεχνολογικής σύνθεσης των εξαγωγών των κρατών της Ευρωζώνης στην απώλεια ανταγωνιστικότητας του Νότου (υιοθετώντας σε ένα βαθμό το πνεύμα των Felipe-Kumar). Με αυτά τα εργαλεία στη διάθεσή τους, κάνουν όμως κι ένα μείζον βήμα παραπέρα, επιτυγχάνοντας να δείξουν πώς συλλειτούργησαν α) οι μηχανισμοί του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος με β) τους μηχανισμούς της τεχνολογικής σύνθεσης των εξαγωγών των χωρών του ευρώ και γ) τον παράγοντα του κοινού νομίσματος εκτρέφοντας τις ανισορροπίες Βορρά -Νότου και οδηγώντας στην κρίση. Αυτό είναι το μεγάλο επίτευγμά τους.
Τρίτον, εισάγει μια εκτεταμένη έρευνα και ανάλυση εξετάζοντας τις μεταβολές σε πολλά οικονομικά μεγέθη των κρατών της Ευρωζώνης προκειμένου να ανιχνεύσει το ρόλο τους στις ανισορροπίες Βορρά-Νότου. Για παράδειγμα εξετάζει: τις μεταβολές στη διεθνή ισοτιμία του ευρώ, τους δείκτες τιμών καταναλωτή και το μοναδιαίο κόστος εργασίας για τις χώρες του Νότου, τις διαφορές στην τεχνολογική σύνθεση των εξαγωγών του Βορρά και του Νότου και την ελαστικότητα της ζήτησης για κάθε τεχνολογική κατηγορία προϊόντων, τις μεταβολές στα εμπορικά ισοζύγια των κρατών του Νότου (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) και του Βορρά (Γερμανία, Γαλλία) με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, την Κίνα και τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες, τις μεταβολές στην καθαρή θέση χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού (καταθέσεις, ομόλογα, μετοχές) όλων των παραγόντων (νοικοκυριών, δημοσίου, τραπεζών, επιχειρήσεων) του Βορρά και του Νότου κλπ Με τον τρόπο αυτό προσφέρει νέες πληροφορίες για το πώς έγινε η υπερχρέωση του Νότου στο Βορρά και ισχυρή τεκμηρίωση.
Τέταρτον, φέρνει στο φως πολλά και σημαντικά στοιχεία και προτείνει μια νέα, ισχυρή αλλά και πειστική ερμηνευτική σύνθεση της γενεσιουργού μηχανικής της κρίσης με την οποία αναδεικνύονται ως βασική αιτία της οι μείζονες ανεπάρκειες και τα σφάλματα της θεωρίας και των κανόνων της ΟΝΕ. Αφενός τα σφάλματα των κανόνων διακυβέρνησης του κοινού νομίσματος που απέδωσαν όλη την έμφαση στον έλεγχο του δημοσίου χρέους αλλά ενθάρρυναν τη μεγέθυνση του ιδιωτικού χρέους, το οποίο στάθηκε η Κερκοπόρτα της κρίσης για τον ευρωπαϊκό Νότο. Αφετέρου τα σφάλματα της κλασικής θεωρίας του ευρώ και τις ευθύνες της ΕΚΤ, της κεντρικής τράπεζας που είχε την ευθύνη της εποπτείας των οικονομιών της Ευρωζώνης, η οποία όχι μόνο δεν αντιλήφθηκε τους μηχανισμούς με τους οποίους, δυνάμει της ΟΝΕ, οι οικονομίες του Νότου φούσκωναν επί χρόνια αλλά και μεγέθυνε η ίδια τις στρεβλώσεις αυτές, με τους λανθασμένους κανόνες της. Τέλος, η μελέτη καταλήγει με προτάσεις ρηξικέλευθων ευρωπαϊκών πολιτικών – οι οποίες όλο προτείνονται από τους οικονομολόγους κι όλο απορρίπτονται από τους πολιτικούς Βορρά – οπότε τι; Υπάρχει άραγε περίπτωση να κατατεθούν κάποτε στο τραπέζι μιας ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης από όσες πολιτικές δυνάμεις πιστεύουν ακόμη στην Ευρώπη με ένα ‘τελεσίδικο τρόπο’;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου